20
2012
Δημοσιεύουμε άρθρο του Οργανωτικού Γραμματέα της Ένωσής μας Ουσταγιαννίδη Παντελή με τίτλο:
Το μεγάλο δίλημμα της κοινωνίας και ο ρόλος των συνδικαλιστικών οργανώσεων (των ενστόλων και όχι μόνο) στην αντιμετώπιση της κρίσης
Το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει έρθει στην επικαιρότητα το θέμα των περικοπών στο μισθολόγιο των ενστόλων. Η ανησυχία και η ανασφάλεια αρχίζει και δίνει τη θέση της σιγά-σιγά στην αγανάκτηση. Οι συνδικαλιστικοί φορείς προσπαθούν μάταια να διαμαρτυρηθούν καθώς κάθε ενέργειά τους προσκρούει στον τοίχο της αδιαλλαξίας της κυβέρνησης. Το δόγμα του σοκ στο οποίο έχει υποβληθεί ο ελληνικός λαός αποδείχτηκε εξαιρετικά αποτελεσματικό, μόνο που οι εκφραστές του δόγματος ξεχνούν ότι η πρακτική έχει αποδείξει ότι το μοναδικό μειονέκτημα της σαρωτικής τακτικής του σοκ είναι ότι το σοκ σταδιακά φθίνει, και το αντικείμενο αρχίζει να ανακτά εν καιρώ τις δυνάμεις του και προσαρμόζεται αργά αλλά σταθερά στα αρνητικά ερεθίσματα που δέχεται.
Με αφορμή τα παραπάνω πιστεύω ότι είναι η κατάλληλη στιγμή να γίνει μία επισκόπηση της κατάστασης και των δυνατοτήτων που έχουν οι ένστολοι (ως ενεργό κομμάτι του κοινωνικού συνόλου) να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους.
Το πρόβλημα των εργαζομένων στα Σώματα Ασφαλείας πρέπει να αντιμετωπιστεί ως μέρος του συνολικού προβλήματος του λαού.
Δεν μπορούμε να δούμε το θέμα των περικοπών των ενστόλων αποκομμένο από τη γενικότερη κατάσταση που έχει περιέλθει η χώρα μας. Κακά τα ψέματα, η Ελλάδα βρίσκεται υπό ομηρία, έχει εκχωρήσει εθνική κυριαρχία και όσο περνάει ο καιρός η εκάστοτε κυβέρνηση αναγκάζεται να εκτελεί τις επιταγές της τρόικας. Χαρακτηριστικό είναι το επιχείρημα κυβερνητικών προσώπων ότι ναι μεν διαφωνούν με κάποιο μέτρο αλλά θα πρέπει να πειστεί η τρόικα ότι το αντίστοιχο ισοδύναμο θα είναι αποτελεσματικό. Μέσα στο συγκεκριμένο περιβάλλον καλούνται οι εργαζόμενοι (ένστολοι και μη) να αντιμετωπίσουν την επίθεση περιορισμού των εργασιακών τους δικαιωμάτων που δέχονται. Ποιες όμως είναι οι δυνατότητες αντίδρασης και ματαίωσης των περικοπών και όχι μόνο; Ή μήπως δεν υπάρχουν καθόλου μέσα από την παρούσα κατάσταση;
Η φύση του προβλήματος και η λύση του.
Χωρίς να επεκταθώ σε οικονομικοτεχνικούς όρους καθώς δεν είμαι οικονομολόγος, θα προσπαθήσω να δω την πραγματική ουσία του προβλήματος απλά ως σκεπτόμενος άνθρωπος. Το πρόβλημα λοιπόν έχει ως εξής: Η σημερινή οικονομία, η οικονομία των αγορών, έχει χάσει τον ανθρωποκεντρικό προσανατολισμό (ακόμη και σε θεωρητικό επίπεδο δεν ισχύει η αρχή ότι η οικονομία πρέπει να λειτουργεί προς όφελος του ανθρώπου) και έχει στραφεί αποκλειστικά προς μία και μόνο κατεύθυνση, αυτή της δημιουργίας κερδών και της απόδοσης με κάθε μέσο των επενδύσεων, κυρίως αυτών που αφορούν την χρηματαγορά. Έχουμε δηλαδή το εξής δίλημμα. Από τη μία θεσμικοί επενδυτές που δανείζουν κράτη και από την άλλη λαοί που κινδυνεύουν να αφανιστούν. Το ερώτημα που πρέπει συνεπώς να απαντηθεί είναι τι είναι προτιμότερο; Να χάσουν κάποιοι τα λεφτά τους, τα οποία επένδυσαν στην χρηματαγορά (όπου επένδυση υπάρχει και ο κίνδυνος της αποτυχίας αν δεν κάνω λάθος και όπου ομόλογο επενδυτικό εργαλείο επίσης) ή να εξασφαλίσουν οι επενδυτές την απόδοση της επένδυσής τους, ακόμη και αν αυτό σημαίνει ότι εντωμεταξύ θα πεθάνει κόσμος; Άρα το πραγματικό ερώτημα είναι εάν το πρόβλημα θα λυθεί με όρους οικονομίας ή με όρους «κοινωνίας-ανθρωποκεντρικούς».
Τα κράτη εκφράζουν τους λαούς και είναι κατά κάποιον τρόπο υποχρεωμένα να τους προστατέψουν ακόμη και εάν κάνοντας χρήση της εξουσίας που διαθέτουν, παραβιάσουν όποια δικαιώματα έχουν (ή νομίζουν ότι έχουν) οι επενδυτές έναντι των λαών. Υπό αυτή την έννοια η εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας είναι ασυμβίβαστη με την έννοια του κράτους, με το πρόσχημα του δημοσίου χρέους.
Η αυτοκριτική μας ως λαός, ως έθνος και η απόφαση που πρέπει να πάρουμε
Υπό αυτές τις συνθήκες, θα πρέπει ως έθνος και αφού αναλογιστούμε την ιστορία μας, το παρελθόν αλλά και το μέλλον μας, να αποφασίσουμε τι θα πράξουμε στο μέλλον. Γιατί όλοι γνωρίζουμε τι δεν θέλουμε. Δεν θέλουμε περικοπές στο μισθό μας, δεν θέλουμε μείωση των δαπανών για την υγεία, την ασφάλεια και την εθνική άμυνα, δεν θέλουμε αύξηση της ανεργίας, απολύσεις, κλείσιμο επιχειρήσεων, καρκινοπαθείς χωρίς φάρμακα, παιδιά χωρίς μόρφωση και όλα τα ανθρωποκτόνα μέτρα που μας επιβάλλουν οι δανειστές μας. Το θέμα είναι ότι όταν αυτοί που διαμαρτύρονται για τα παραπάνω ερωτούνται τι είναι αυτό που θέλουν, το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών δεν ξέρουν τι να απαντήσουν.
Η τρόικα είναι ένα αδηφάγο θηρίο που βρήκε τον τρόπο να μπει μέσα στο κοπάδι και έχει αρχίσει να κατασπαράζει και να απομυζεί αίμα . Τι δυνατότητες υπάρχουν να διαπραγματευτούμε και να πείσουμε το θηρίο να φύγε; Μάλλον ελάχιστες. Εκτός εάν κάνουμε κάποια συμφωνία μαζί του να του δίνουμε την ποσότητα αίματος που θέλει να πιει με τη θέλησή μας. Οπότε πάλι αίμα…
Η άλλη λύση είναι να πολεμήσουμε να διώξουμε το θηρίο, με τα αποτελέσματα της μάχης που θα δώσουμε (γιατί θα γίνει μάχη, αυτό είναι το μόνο σίγουρο) να είναι άγνωστα. Ρίχνοντας μια μακρινή και μια κοντινή ματιά στο παρελθόν, θα δούμε ότι παρόμοια διλήμματα είχαν να αντιμετωπίσουν οι Έλληνες και άλλες φορές στο παρελθόν, από τις Θερμοπύλες, μέχρι το 1821 και το έπος του ’40. Η απόφαση πάντα ήταν να κοιτάξουμε τον κίνδυνο κατάματα και μην ξεχνάμε ότι σε περίπτωση ήττας παραμόνευε ο αφανισμός. Σήμερα καλούμαστε να πάρουμε ξανά μία παρόμοια απόφαση, με εχθρό τους διεθνείς τοκογλύφους που χρησιμοποιώντας την ιδεολογική πλατφόρμα του φριντμανισμού, επιβάλλουν στα κράτη τον τρόπο που θα διαχειριστούν τη ζωή, την εργασία, την υγεία, την ασφάλεια και την παιδεία των λαών που υπηρετούν.
Οπότε το πραγματικό δίλημμα, η σκληρή απόφαση που πρέπει να λάβουμε, είναι η εξής: Ή συνεχίζουμε με την πεπατημένη της αναχρηματοδότησης χρέους, των δανειακών συμβάσεων και των μνημονίων, των επαχθών όρων των «κατακτητών», ενός δρόμου που γνωρίζουμε καλά και ξέρουμε πλέον που θα οδηγήσει: Στη μείωση του προσδόκιμου ζωής μας κατά μια δεκαετία τουλάχιστον με αιτίες θανάτου άμεσα συνυφασμένες με τις περικοπές στη δημοσιονομική πολιτική (αυτοκτονίες, καρδιακά και εγκεφαλικά, έλλειψη φαρμάκων και παροχών υγείας, θάνατοι από πείνα και κρύο) όπως έγινε και σε άλλες χώρες που επιβλήθηκαν παρόμοια μέτρα. Ή ξεκινάμε έναν αγώνα απέναντι στο θηρίο, έναν αγώνα αξιοπρέπειας, τιμής, ανεξαρτησίας με αποτελέσματα άγνωστα και με την ελπίδα ότι στην πορεία ο αγώνας μας θα αφυπνίσει και θα ερεθίσει και τους άλλους λαούς που πλήττονται και με αυτόν τον τρόπο θα δημιουργηθεί ένα μέτωπο συμμαχικών κρατών που θα αντιταχθούν στους διεθνείς τοκογλύφους και θα επαναδιεκδικήσουν από κοινού τον χαμένο ρόλο των κρατών.
Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι εύκολη λύση πλέον δεν υπάρχει. Αναγκαστικά πρέπει να περάσουμε μέσα από τη φωτιά και όταν περνάς μέσα από τη φωτιά σίγουρα θα καείς. Ο τρόπος όμως που περνάς, η προετοιμασία που έχεις κάνει, ο χρόνος που θα μείνεις σε επαφή με τη φωτιά καθορίζουν το μέγεθος των εγκαυμάτων που θα υποστείς.
Συνεπώς πλέον η οποιαδήποτε διαμαρτυρία θα πρέπει να αποκτήσει ουσιαστικό νόημα, να σταματήσουμε να φοβόμαστε λέξεις και επιτέλους να ενημερωθεί σωστά ο κόσμος από την ακαδημαϊκή κοινότητα (και όχι κάποια παπαγαλάκια) για τις ένθεν κι ένθεν συνέπειες. Η λογική του αφορισμού προτάσεων χωρίς επιχειρήματα και ο εκβιασμός του λαού με στερούμενες επιστημονικής πληρότητας γενικότητες τύπου «αν βγούμε από το Ευρώ θα αγοράζουμε το ψωμί 10.000 δρχ» μόνο πανικό προκαλεί, καθώς και 1 Ευρώ αν κάνει το ψωμί ο επί 2 χρόνια άνεργος αν δεν έχει Ευρώ στην τσέπη του, δεν θα μπορεί να αγοράσει ψωμί.
Απαραίτητη η κοινωνική συνοχή για να αντέξει ο λαός
Οποιοδήποτε δρόμο και αν διαλέξουμε, αν και έχει γίνει μάλλον αντιληπτό ότι εγώ προτιμώ τον δεύτερο, απαραίτητο στοιχείο για να αντέξουμε είναι η κοινωνική συνοχή. Για να συμβεί αυτό θα πρέπει ο λαός να γνωρίζει ότι όποια κατάσταση δημιουργηθεί είναι απόφαση ενσυνείδητη δική του (ώστε να μην μπορεί να ρίξει την ευθύνη σε άλλον), αλλά κυρίως να υπάρχει η αίσθηση της δικαιοσύνης στην κοινωνία, καθώς οι ανισότητες δημιουργούν την κοινωνική έκρηξη. Δυστυχώς οι λαοί ωριμάζουν αργά και κυρίως ωριμάζουν στα δύσκολα.
Απαραίτητο στοιχείο διατήρησης της κοινωνικής συνοχής είναι η ύπαρξη ενός περιβάλλοντος ασφάλειας και δίκαιης εφαρμογής των νόμων. Όταν υπάρχει η αίσθηση ότι το κράτος επιβάλλει τον νόμο με δίκαιο τρόπο, ουσιαστικά, δυναμικά, χωρίς να επιβάλλεται το δίκαιο του ισχυρού, τότε δεν εμφανίζονται φαινόμενα κανιβαλισμού στην κοινωνία (είτε μεταξύ κοινωνικών ομάδων, είτε μεταξύ φυλετικών ομάδων) και σε κάθε περίπτωση δεν παρουσιάζονται αυτόκλητοι υπερασπιστές του δικαίου. Συνεπώς η ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού και κυρίως η μετατροπή του από θεματοφύλακα των δικαιωμάτων του λαού σε υπερασπιστή των συμφερόντων μιας «συγκεκριμένης ελίτ», είναι αυτή που οδηγεί την κοινωνία σε αποδιοργάνωση, την εμφάνιση φαινομένων βίας και κυρίως τον διαχωρισμό του λαού σε ιδεολογικά στρατόπεδα των οποίων τις ιδεολογίες καλά-καλά δεν γνωρίζει αλλά με περίσσιο πάθος υπερασπίζεται.
Ο ρόλος της Αστυνομίας στην διατήρηση της κοινωνικής συνοχής
Κατά τη διάρκεια των 2 τελευταίων ετών και ενώ λαμβάνουν χώρα οι δίκαιοι αγώνες του λαού για διατήρηση ή επανάκτηση των ανθρωπίνων και εργασιακών δικαιωμάτων, η Αστυνομία βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα. Κατηγορήθηκε (είτε συνολικά ως Οργανισμός, είτε ατομικά ο κάθε Αστυνομικός από τον κοινωνικό του περίγυρο) ως συνυπεύθυνος για την κατάσταση που βιώνει ο ελληνικός λαός γιατί «εμείς προστατεύουμε τους πολιτικούς». Μέχρι κάποιο βαθμό η αγανάκτηση του λαού δικαιολογείται, γιατί η Αστυνομία είναι αυτή που θα του φράξει το δρόμο. Το ζητούμενο είναι ότι του φράζει το δρόμο προς τι;
Ας υποθέσουμε ότι η Αστυνομία κάνει τη χάρη, υπακούει στο σύνθημα των διαδηλωτών, «πετάει» τις ασπίδες» και επιτρέπει στους διαδηλωτές να εισέλθουν στην βουλή. Ποιο θα είναι το αποτέλεσμα εκτός από την εκδήλωση της αγανάκτησης των διαδηλωτών μέσω ακραίας βίας; Και ας υποθέσουμε ότι εκτονώθηκαν οι διαδηλωτές; Ποια θα είναι η επόμενη ημέρα; Κατ’ ουσίαν δεν θα έχει επιτευχθεί τίποτα. Θα έχει απορυθμιστεί η Δημοκρατία, θα επικρατήσει το χάος και αυτό που θα ξεπηδήσει μέσα από αυτό το χάος, θα είναι χειρότερο από αυτό που εξοντώθηκε.
Είναι ξεκάθαρο ότι ο ρόλος της Αστυνομίας είναι να προστατεύει τους θεσμούς. Επίσης είναι αδιαπραγμάτευτο ότι μέσω της βίας δεν εκφράζεται η θέληση του λαού. Ένας μόνο τρόπος υπάρχει για να εκφραστεί η θέληση του λαού και αυτός είναι η εκλογική διαδικασία. Ο λαός μόνο έχει δικαίωμα να αποφασίσει για την τύχη του. Το επιχείρημα ότι «οι πολλοί δεν αποφασίζουν πάντα σωστά» με βρίσκει σύμφωνο αλλά ως αντεπιχείρημα θα προβάλλω τον ισχυρισμό ότι κάθε μικρή ή μεγάλη ομάδα πιστεύει ότι η δική της άποψη είναι η σωστή και συνεπώς τι απαγορεύει μία μικρή οργανωμένη ομάδα που θεωρεί ότι εκφράζει το δίκαιο του λαού να σφετεριστεί την εξουσία;
Οπότε η δημοκρατία, με τα όποια χιλιοειπωμένα ελαττώματα, αποτελεί μονόδρομο και ανάγκη για τον άνθρωπο. Η λύση είναι να δημιουργήσουμε μια καλύτερη δημοκρατία, μέσω της παιδείας, μέσω της οικογένειας, της επιστροφής στις πατροπαράδοτες παραδόσεις και της μετατροπής αυτής της μάζας που αποτελεί εύκολο θύμα για τα «στρατευμένα» ΜΜΕ σε ανθρώπους με κριτική σκέψη και συνεπώς κατάλληλους εκλογείς.
Ο συνδικαλισμός στην Αστυνομία και το επόμενο βήμα του Συνδικαλισμού γενικότερα
Ο συνδικαλισμός έχει αποστολή να προασπίζεται τα δικαιώματα των εργαζομένων του κλάδου που εκπροσωπεί. Είναι κοινώς αποδεκτό ότι στο παρελθόν απώλεσε αυτό το ρόλο, μέσω της διαφθοράς που υπέστησαν τα πρόσωπα που το εξέφραζαν. Στο τέλος φτάσαμε η λέξη συνδικαλιστής να μην εμπνέει πλέον τον εργαζόμενο καθώς τον θεωρούσε συνώνυμο της οκνηρίας και της διαπλοκής. Η αλήθεια είναι ότι πλήθος συνδικαλιστών δούλοι της κομματοκρατίας, στάθηκαν ανάξιοι των προσδοκιών των εργαζομένων, ασχολούμενοι περισσότερο με τα των δημοσίων σχέσεων και την εξυπηρέτηση των «ημετέρων».
Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι ο συνδικαλισμός δεν έχει πλέον λόγο ύπαρξης. Αντίθετα, σήμερα παρουσιάζεται μεγαλύτερη ανάγκη να ανασυγκροτηθεί και να ισχυροποιηθεί. Πιστεύω όμως ότι ήρθε η ώρα να γίνει και το επόμενο βήμα. Ο συνδικαλισμός ως οργανωμένη συλλογικότητα έχει τη δυνατότητα εκτός από τη διεκδίκηση των κλαδικών αιτημάτων να αποτελέσει την κόλλα που θα ενώσει τη σκοπούμενα διαιρεμένη ελληνική κοινωνία.
Αν και συνδικαλιστής της Αστυνομίας, δεν νομίζω ότι το θέμα της κατάστασης των νοσοκομείων και της δωρεάν υγείας γενικότερα αποτελεί αγωνία μόνο του Ιατρικού Συλλόγου ή των εργαζομένων στα νοσοκομεία. Με απασχολεί επίσης το θέμα της ιδιωτικοποίησης της Δ.Ε.Η. γιατί γνωρίζω ποιες ήταν οι συνέπειες για το λαό στις άλλες χώρες που ιδιωτικοποιήθηκε η ενέργεια. Οι κλαδικές διεκδικήσεις των εκπαιδευτικών με αφορούν γιατί εάν τα παιδιά μου δεν μορφωθούν σωστά, δεν θα μπορέσουν να γίνουν ζωντανά κύτταρα της κοινωνίας. Τα κλαδικά αιτήματα των αστυνομικών αφορούν το σύνολο της κοινωνίας καθώς όλοι δικαιούνται ένα ασφαλές περιβάλλον διαβίωσης. Και εν κατακλείδι δεν με αφήνει αδιάφορα το πρόβλημα του γείτονά μου, γιατί ως μέρος του κοινωνικού συνόλου δεν ανέχομαι να βλέπω τον συνάνθρωπό μου να υποφέρει και πονάω όταν μαθαίνω ότι στα αστικά κέντρα άνθρωποι τρώνε από τα σκουπίδια.
Κατά την ταπεινή μου πάντα άποψη το επόμενο βήμα του Συνδικαλισμού είναι η δημιουργία ενός κοινού μετώπου όλων των Συνδικαλιστικών Φορέων, αλλά και άλλων Συλλογικοτήτων οι οποίες μέσα από ζυμώσεις, συγκερασμό των όποιων αντιθέσεων και συνεχούς επαφής με τη βάση, θα καταφέρουν να δώσουν απάντηση στο καίριο ερώτημα που προανέφερα: «Τι είναι τελικά αυτό που θέλουμε ως Ελληνική Κοινωνία». Ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος καθώς οι εξελίξεις μας προλαβαίνουν. Οι αντιθέσεις και οι αγκυλώσεις όλων μας πολλές. Πιστεύω όμως ότι πρέπει και είναι δυνατόν να γίνει αυτή η υπέρβαση, η δημιουργία δηλαδή ενός θεσμικού οργάνου που θα εκφράζει σε πολύ μεγάλο ποσοστό το σύνολο της κοινωνίας. Βέβαια για την επιτυχία τέτοιων εγχειρημάτων δεν υπάρχει συνταγή. Είναι αγώνας, είναι συνεχής προσπάθεια, αλλά ταυτόχρονα είναι και μονόδρομος. Αυτή είναι η απάντηση που πρέπει να δώσουμε στους διεθνείς τοκογλύφους. Κάτι που μέχρι τώρα δεν κλήθηκαν ποτέ να αντιμετωπίσουν. Ένας ενωμένος λαός, με διαμορφωμένη συνείδηση που ξέρει ότι ο εχθρός δεν είναι αόρατος. Ένα λαός που δεν μπορεί να εξαπατηθεί με ψεύτικα διλήμματα, απαλλαγμένο από τις φοβίες και τις εξαρτήσεις του παρελθόντος και εν τέλει είναι αποφασισμένος να δώσει τον υπέρ πάντων αγώνα για την επιβίωση.
Του Ουσταγιαννίδη Παντελή, Οργανωτικού Γραμματέα της
Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Κοζάνης